Advanced search in
Research products
arrow_drop_down
Searching FieldsTerms
Any field
arrow_drop_down
includes
arrow_drop_down
Include:
7,381 Research products, page 1 of 739

  • Other research products
  • GR
  • IL
  • English

10
arrow_drop_down
Date (most recent)
arrow_drop_down
  • Open Access English
    Authors: 
    Vargova Martina; Vargova Martina;
    Country: Greece

    The aim of this dissertation is to provide a comprehensive view of the development of democracy in Slovenia and Slovakia and compare and contrast the political and economic transitions by analyzing the factors that impacted their transition. To achieve this aim, four research questions are presented in the introduction to this thesis and are addressed throughout the work. The work is divided into four chapters, each including multiple subchapters. The first chapter is dedicated to the theoretical framework, taking a closer look at the nature of the regime in the two case study countries. The legacy of communism and the role of society are analyzed in the following chapter as two chosen determinants and their impact on the transition of these two countries. The third chapter discusses the Slovenian and Slovak transitions and addresses the contrasts and similarities of these two countries’ transitions. The last chapter focuses on the role of elites in the transition process, as well as the paths to independence, and finally their accession to European Union. The conclusion addresses the research question and objective. The aim of this dissertation is to provide a comprehensive view of the development of democracy in Slovenia and Slovakia and compare and contrast the political and economic transitions by analyzing the factors that impacted their transition. To achieve this aim, four research questions are presented in the introduction to this thesis and are addressed throughout the work. The work is divided into four chapters, each including multiple subchapters. The first chapter is dedicated to the theoretical framework, taking a closer look at the nature of the regime in the two case study countries. The legacy of communism and the role of society are analyzed in the following chapter as two chosen determinants and their impact on the transition of these two countries. The third chapter discusses the Slovenian and Slovak transitions and addresses the contrasts and similarities of these two countries’ transitions. The last chapter focuses on the role of elites in the transition process, as well as the paths to independence, and finally their accession to European Union. The conclusion addresses the research question and objective.

  • Open Access English
    Authors: 
    Kostadinov Isabel;
    Country: Greece

    Μια μόνιμη ανθρώπινη εγκατάσταση στο διάστημα και η δυνατότητα συγκομιδής πόρων στη Σελήνη ή ακόμη πιο μακριά, στον Άρη, είναι μια ιδέα που εξακολουθεί να είναι εξωπραγματική για τους περισσότερους από εμάς. Ωστόσο, η πολυπλανητική κατοίκηση δεν είναι πλέον επιστημονική φαντασία και σύντομα θα καταστεί τεχνικά εφικτή, ενώ, από νομικής πλευράς, δεν έχει σημειωθεί μεγάλη πρόοδος από τη συμφωνία για τη Σελήνη του 1979. Οι διαστημικές συνθήκες δεν προβλέπουν μόνιμη ανθρώπινη εγκατάσταση στο διάστημα και δεν είναι πολύ διαφωτιστικές όσον αφορά τη νομιμότητα της εκμετάλλευσης των φυσικών πόρων. Δυστυχώς, το νομικό κενό δημιουργεί αβεβαιότητα, εμποδίζει την καινοτομία και αποτρέπει τους ιδιώτες επιχειρηματίες από το να επενδύσουν στην εξερεύνηση του διαστήματος. Ως εκ τούτου, το παρόν έγγραφο επισημαίνει τα υφιστάμενα νομικά κενά και αναλύει πιθανές λύσεις για την κάλυψη των κενών αυτών. Πρώτον, υποστηρίζεται ότι ο εξωγήινος οικισμός και η εκμετάλλευση του διαστήματος δεν μπορούν να συμβιβαστούν με το ισχύον διεθνές διαστημικό δίκαιο. Αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι ο "αποικισμός" του διαστήματος συνιστά αναπόφευκτα την αποκλειστική χρήση ουράνιου εδάφους, η οποία με την πάροδο του χρόνου ισοδυναμεί με de facto οικειοποίηση. Ωστόσο, η αρχή της μη οικειοποίησης που ορίζεται στο άρθρο ΙΙ της Συνθήκης για το Διάστημα απαγορεύει απερίφραστα κάθε διεκδίκηση δικαιωμάτων κυριαρχίας στο διάστημα από ιδιωτικούς και δημόσιους φορείς. Επιπλέον, ο συγγραφέας αναφέρει ότι ο εξωγήινος οικισμός δεν καλύπτεται από την ελευθερία χρήσης και εξερεύνησης του διαστήματος. Η ερμηνεία της συνήθους έννοιας του άρθρου Ι της Συνθήκης για το Διάστημα σύμφωνα με το άρθρο 31 της Συνθήκης για το Διάστημα αποκαλύπτει ότι η μόνιμη ανθρώπινη εγκατάσταση στη Σελήνη και σε άλλα ουράνια σώματα είναι αντίθετη με τον σκοπό και τον στόχο της Συνθήκης. Στην πραγματικότητα, ωστόσο, η ανθρωπότητα είναι απίθανο να "σταματήσει στα τελευταία σύνορα" από αφηρημένους κανόνες του διεθνούς δικαίου. Δεύτερον, το παρόν έγγραφο επικεντρώνεται στη νομιμότητα της εκμετάλλευσης των φυσικών πόρων σε ουράνια σώματα βάσει του ισχύοντος διεθνούς και εθνικού διαστημικού δικαίου. Ο συγγραφέας υποστηρίζει ότι η αρχή της μη ιδιοποίησης δεν περιορίζεται στην εδαφική ιδιοποίηση, αλλά απαγορεύει κάθε μονοπωλιακή θέση στο διάστημα και, ως εκ τούτου, η Συνθήκη για το Διάστημα δεν προβλέπει την ύπαρξη δικαιωμάτων ιδιοκτησίας στο διάστημα. Ομοίως, τα κράτη μέλη της Συμφωνίας για τη Σελήνη απαγορεύεται η συγκομιδή φυσικών πόρων από το άρθρο 11 παράγραφος 3, το οποίο θέτει μορατόριουμ στη διαστημική εξόρυξη έως ότου καταρτιστεί συμφωνία εφαρμογής από τα κράτη μέλη. Τρίτον, το παρόν έγγραφο εξετάζει ηθικά και δεοντολογικά ζητήματα που κρύβονται πίσω από την εμπορευματοποίηση του διαστήματος. Προτείνεται να μη χρησιμοποιείται ο όρος "διαστημικός αποικισμός", καθώς οι εξωγήινοι οικισμοί δεν μπορούν νομικά να χαρακτηριστούν ως "αποικίες". Επιπλέον, εφιστάται η προσοχή του αναγνώστη στην ανισορροπία των φύλων στο διάστημα και, ως εκ τούτου, προωθείται η προληπτική χρήση γλώσσας ουδέτερου φύλου ώστε να καταστεί το διάστημα προσβάσιμο σε όλη την ανθρωπότητα. Επιπλέον, ο συγγραφέας διατυπώνει τη βασική προτεραιότητα για την προστασία του γήινου και ουράνιου περιβάλλοντος από μακροχρόνιες υποβαθμιστικές επιπτώσεις, καθώς μόνο αυστηρά πρότυπα περιβαλλοντικής ασφάλειας θα διασφαλίσουν τη βιώσιμη αξιοποίηση του διαστήματος. Τέλος, η παρούσα διατριβή αναλύει τους κανόνες που διέπουν το καθεστώς της Ανοιχτής Θάλασσας, της Ανταρκτικής και της ITU και διαπιστώνει ότι το τελευταίο φαίνεται να είναι το καταλληλότερο πρότυπο για την εξόρυξη στο διάστημα, κυρίως επειδή το σύστημα της ITU - σε αντίθεση με τους κανόνες που διέπουν το καθεστώς της Ανοιχτής Θάλασσας και της Ανταρκτικής - διέπει τα παγκόσμια κοινά στο διάστημα. Επιπλέον, ο συγγραφέας εξιστορεί την αξία της Συμφωνίας για τη Σελήνη μέχρι στιγμής, καθώς αποτελεί τη μόνη διεθνή νομική πηγή που ασχολείται με την εκμετάλλευση του διαστήματος. Τέλος, ο συγγραφέας αξιολογεί την πρόταση της ομάδας εργασίας της Χάγης για τη διακυβέρνηση των διαστημικών πόρων για την ανάπτυξη ενός διεθνούς πλαισίου για τις δραστηριότητες των διαστημικών πόρων. Μέχρι στιγμής, αυτό το πρότυπο πλαίσιο αποτελεί τη μόνη αξιόλογη προσπάθεια ρύθμισης της εκμετάλλευσης του διαστήματος σε διεθνές επίπεδο και ως εκ τούτου θεωρείται αφετηρία για μελλοντικές ρυθμίσεις και προωθεί τη διεθνή συνεργασία μεταξύ των κρατών. A permanent human settlement in space and the possibility of harvesting resources on the Moon or even further away on Mars, is a concept still out of this world for most of us. However, multi-planetary inhabitation is not science fiction anymore and will soon become technically feasible, while, on the legal side, there has not been much progress since the 1979 Moon Agreement. Space Treaties do not contemplate permanent human settlement in space and are not very enlightening regarding the legality of exploiting natural resources. Unfortunately, the legal vacuum creates uncertainty, hampers innovation, and deters private entrepreneurs from investing in space exploration. Therefore, this paper highlights existing legal loopholes and elaborates on possible solutions to close these gaps. Firstly, it is argued that extra-terrestrial settlement and space exploitation cannot be reconciled with current international space law. This is because space ‘colonisation’ inevitably constitutes the exclusive use of celestial territory, which over time amounts to de facto appropriation. Yet, the non-appropriation principle laid out in Article II Outer Space Treaty unambiguously prohibits any claim for sovereignty rights in space by private and public entities. Additionally, the writer states that extra-terrestrial settlement is not covered by the freedom to use and explore space. An interpretation of the ordinary meaning of Article I Outer Space Treaty in line with Article 31 VCLT reveals that permanent human settlement on the Moon and other celestial bodies is against the purpose and objective of the Treaty. In reality, however, humankind is unlikely to be ‘stopped at the final frontier’ by abstract norms of international law. Secondly, this paper focuses on the legality of exploiting natural resources on celestial bodies under current international and national space law. The writer argues that the non-appropriation principle is not limited to territorial appropriation but prohibits any monopoly position in space and thus, the Outer Space Treaty does not foresee the existence of ownership rights in space. Equally, States Parties to the Moon Agreement are prohibited from harvesting natural resources by Article 11(3), which puts a moratorium on space mining until an Implementation Agreement is established by the States Parties. Thirdly, this paper examines ethical and moral questions behind space commercialisation. It is suggested that the term ‘space colonisation’ is not used as extra-terrestrial settlements cannot legally be qualified as ‘colonies’. Additionally, the reader`s attention is drawn to the gender-imbalance in space and, as a result, the proactive use of gender-neutral language is promoted to make space accessible to all humankind. Moreover, the writer formulates the key priority to protect the earthly and celestial environment from long-term degrading effects as only strict environmental safety standards will secure the sustainable utilisation of space. Finally, this thesis analyses the rules underlying the High Seas, Antarctica, and the ITU regime and finds that the last appears to be the most suitable template for space mining, mainly because the ITU system – unlike the rules underlying the Deep Seabed and Antarctica – governs global commons in space. Moreover, the writer recounts the value of the Moon Agreement so far, being the only international legal source dealing with space exploitation. Lastly, the writer evaluates the proposal by the Hague Space Resource Governance Working Group for developing an international framework for space resource activities. Up to now, this model framework has been the only valuable attempt to regulate space exploitation on an international level and thus is considered a starting point for future regulations and fosters international cooperation between states.

  • Open Access English
    Authors: 
    Deratsa Konstantina-Dimitra;
    Country: Greece

    Στην Ευρώπη, η αρχή της «εθνικής διαδικαστικής αυτονομίας» έχει προκαλέσει συνεχή σύγχυση, κυρίως επειδή η «αυτονομία» των κρατών μελών μπορεί να υποδηλώνει την ελευθερία από τον έλεγχο της ΕΕ που θα έρχονταν ξεκάθαρα σε σύγκρουση με την «υπεροχή, ενότητα και αποτελεσματικότητα» του δικαίου της ΕΕ. Ενώ τα δικαστήρια των κρατών μελών προβλέπουν γενικά διαδικασίες και ένδικα μέσα για παραβιάσεις του δικαίου της ΕΕ που εκδικάζονται στις δικαστικές τους αίθουσες, εντούτοις ενεργούν ως δικαστήρια πρώτης γραμμής της Ένωσης, πράγμα που σημαίνει ότι η «αποτελεσματικότητα» του δικαίου της ΕΕ βρίσκεται σε μεγάλο βαθμό στα χέρια τους. Συνεπώς, για να λειτουργήσει το σύστημα στο σύνολό του, τα εθνικά δικαστήρια πρέπει να εργάζονται υπό την υποχρέωση να διασφαλίζουν ότι το δίκαιο της ΕΕ είναι πράγματι αποτελεσματικό επί τόπου. Τι σημαίνει όμως αυτή η παραίτηση από την αρχή της εθνικής δικονομικής αυτονομίας; Ενώ ορισμένοι μελετητές και δικαστές λένε ότι η αρχή έτσι ως επί το πλείστον καταρρέει, άλλοι προτείνουν ότι παραμένει ανέπαφη. Ή, για να το θέσω αντίστροφα: ενώ ορισμένοι εξακολουθούν να επικαλούνται την αρχή για να δικαιολογήσουν τον περιορισμό της εναρμόνισης της Ένωσης του εθνικού δικονομικού και διορθωτικού δικαίου, άλλοι υποστηρίζουν ότι η αρχή απλώς δεν υφίσταται. Το μόνο σημείο συμφωνίας φαίνεται να είναι ότι είναι «δύσκολο να κατανοήσουμε» τι κάνει στην πραγματικότητα το Δικαστήριο σε αυτόν τον τομέα του δικαίου. In Europe, the principle of ‘national procedural autonomy’ has caused continuing confusion, not least because Member State ‘autonomy’ may suggest freedom from EU control that would plainly clash with the ‘primacy, unity and effectiveness’ of EU law. While Member State courts generally provide for procedures and remedies for violations of EU law litigated in their courtrooms, they nevertheless act as the frontline courts of the Union, which means that the ‘effectiveness’ of EU law is largely in their hands. Accordingly, for the system as a whole to function, national courts must work under the duty to ensure that EU law is, indeed, effective on the ground. But what, if anything, does that leave of the principle of national procedural autonomy? While some scholars and judges say the principle thus mostly collapses, others suggest it remains intact. Or, to put it the other way around: while some continue to invoke the principle to justify restraining the Union's harmonisation of national procedural and remedial law, others suggest the principle simply does not exist. The only point of agreement seems to be that it is ‘difficult to understand’ what the Court is actually doing in this area of the law.

  • Open Access English
    Authors: 
    Manifavas Efstratios;
    Country: Greece

    Τα κρυμμένα Μαρκοβιανά μοντέλα χρησιμοποιούνται σε ένα ευρύ πεδίο εφαρμογών, λόγω της κατασκευής τους που τα καθιστά μαθηματικώς διαχειρίσιμα και επιτρέπει τη χρήση αποτελεσματικών υπολογιστικών τεχνικών. ́Εχουν αναπτυχθεί μέθοδοι για την εκτίμηση των παραμέτρων του μοντέλου, όπως ο αλγόριθμος EM, αλλά και για την εύρεση των κρυμμένων καταστάσεων της Μαρκοβιανής αλυσίδας, όπως ο αλγόριθμος Viterbi. Σε εφαρμογές στις οποίες η διάσταση των δεδομένων είναι συγκρίσιμη με το μέγεθος του δέιγματος, είναι γνωστό πως ο δειγματικός πίνακας συνδιακύμανσης είναι αριθμητικά ασταθής, γεγονός που επηρεάζει άμεσα το βήμα μεγιστοποίησης (M-step) του αλγορίθμου EM, στο οποίο εμπλέκεται ο υπολογισμός του αντιστρόφου του. Το πρόβλημα αυτό μπορεί να ενταθεί λόγω ενδεχόμενης ύπαρξης καταστάσεων οι οποίες εμφανίζονται σπάνια, με αποτέλεσμα το μέγεθος δείγματος για την εκτίμηση των αντίστοιχων παραμέτρων να είναι μικρό. Επομένως, η άμεση χρήση αυτών των μεθόδων είναι πιθανό να οδηγήσει σε αριθμητικά προβ- λήματα, όσον αφορά στην εκτίμηση του πίνακα συνδιακύμανσης και του αντιστρόφου του, επηρεάζοντας επιπλέον την εκτίμηση του πίνακα πιθανοτήτων μετάβασης και την ανακατασκευή της κρυμμένης Μαρκο- βιανής αλυσίδας. Στη συγκεκριμένη εργασία μελετάται θεωρητικά και αλγοριθμικά μία τροποποίηση του αλγορίθμου EM, έτσι ώστε ο εκτιμήτης που προκύπτει για τον πίνακα συνδιακύμανσης, κατά το βήμα μεγιστοποίησης, να είναι αυτός που απορρέει από τη χρήση της μεθόδου συρρίκνωσης (shrinkage). Για τον σκοπό αυτό, στη συνάρτηση της λογαριθμικής πιθανοφάνειας ενσωματώνονται κάποιες ποινές, ώστε να κανονικοποιηθεί το αντίστοιχο πρόβλημα μεγιστοποίησης. Η συνάρτηση αυτή, χρησιμοποιείται και στο βήμα εκτίμησης (E-step). Επίσης, μελετάται αλγοριθμικά και μία παραλλαγή αυτής της μεθόδου, στην οποία η συνάρτηση με τις ποινές χρησιμοποιείται μόνο κατά το βήμα μεγιστοποίησης (M-step). Hidden Markov models are used in a wide range of applications due to their construction that renders them mathematically tractable and allows for the use of efficient computational techniques. There are methods for the estimation of the model’s parameters, such as the EM algorithm, but also for the estimation of the hidden states of the underlying Markov chain, such as the Viterbi algorithm. In applications where the dimension of the data is comparable to the sample size, the sample covariance matrix is known to be ill-conditioned, which directly affects the maximisation step (M- step) of the EM algorithm, where its inverse is involved in the computations. This problem might be amplified if there are rarely visited states resulting in a small sample size for the estimation of the corresponding parameters. Therefore, the direct implementation of these methods can be proved to be troublesome, as many computational problems might occur in the estimation of the covariance matrix and its inverse, further affecting the estimation of the one-step transition probability matrix and the reconstruction of the hidden Markov chain. In this paper, a modified version of the EM algorithm is studied, both theoretically and computa- tionally, in order to obtain the shrinkage estimator of the covariance matrix during the maximisation step. This is achieved by maximising a penalised log-likelihood function, which is also used in the estimation step (E-step). A variant of this modified version, where the penalised log-likelihood func- tion is only used in the maximisation step (M-step), is also studied computationally.

  • Other research product . 2023
    Open Access English
    Authors: 
    Tsantilas Theofilos;
    Country: Greece

    Στα Μαθηματικά υπάρχουν πολλές Θεωρίες Γκαλουά. Σκοπός αυτής της εργασίας είναι να μελετήσει εκείνο το κομμάτι της Θεωρίας Γκαλουά του Γκρόθεντικ για Σχήματα το οποίο γενικεύει την κλασική Θεωρία Γκαλουά του ΄Αρτιν για πεπερασμένες επεκτάσεις σωμάτων· αυτή είναι η Θεωρία Γκαλουά για Ετάλ ΄Αλγεβρες. Από νωρίς οι μαθηματικοί αντιλαμβανόντουσαν τις ομοιότητες του Θεμελιώδους Θεωρήματος της Θεωρίας Γκαλουά και του Θεωρήματος Ταξινόμησης Χώρων Επικάλυψης της Αλγεβρικής Τοπολογίας. Εν τέλει, ήταν ο Γκρόθεντικ εκείνος που κατανόησε το δεσμό που μοιράζονται σε βαθύτερο επίπεδο και διατύπωσε τη λεγόμενη Θεωρία Γκαλουά του Γκρόθεντικ για Σχήματα, ένα θεώρημα ταξινόμησης που ενοποιεί τα δύο προηγούμενα. Η Θεωρία Γκαλουά για Σχήματα, στη γενική της μορφή, ταξινομεί πεπερασμένες ετάλ επικαλύψεις συνεκτικών σχημάτων μέσω πεπερασμένων συνόλων στα οποία η ετάλ θεμελιώδης ομάδα του σχήμα- τος δρα συνεχώς. ΄Οταν προσεγγίσουμε το θεώρημα από τη σκοπιά των επεκτάσεων σωμάτων, το θεώρημα αυτό ταξινομεί ετάλ άλγεβρες ενός σώματος μέσω πεπεραμένων συνόλων στα οποία η απόλυτη ομάδα Γκαλουά δρα συνεχώς. Αυτό είναι το θεώρημα που θέλουμε να μελε- τήσουμε. There are many Galois Theories throughout Mathematics. The purpose of this dissertation is to intoduce the part of Grothendieck’s Galois Theory for Schemes that is related to Artin’s Galois Theory of finite field extensions; that is, Galois Theory of Finite Étale Algebras. From early on, mathematicians had noticed the similarities the Fundamental Theorem of Galois Theory and the Classification The- orem of Covering Spaces share. Eventually, it was no other than Grothendieck who understood their bond on a deeper level and formulated a theory, Grothendieck’s Galois Theory for Schemes, in which he succeeded to unify these two classification theorems. Grothendieck’s theorem in its full generality classifies finite étale coverings of a connected scheme using sets on which its étale funda- mental group acts continuously. When seen from a field theoretic point of view, the theorem classifies finite étale algebras of a field using sets on which its absolute Galois group acts continuously. This is the theorem we are pursuing.

  • Open Access English
    Authors: 
    Ntelekou Maria-Eleni;
    Country: Greece

    Η παρούσα διατριβή παρέχει μια εμπεριστατωμένη ανάλυση του καθεστώτος τραπεζικής εξυγίανσης στο πλαίσιο της Ευρωπαϊκής Τραπεζικής Ένωσης, όπως διαμορφώθηκε μετά την παγκόσμια χρηματοπιστωτική κρίση που ξέσπασε το 2007 και επηρέασε την παγκόσμια οικονομία. Το θέμα της επικεντρώνεται ιδιαίτερα στην εφαρμογή του εργαλείου bail-in, το οποίο εισήχθη στην εργαλειοθήκη εξυγίανσης της ΕΕ με την BRRD, ως εναλλακτική λύση στο εργαλείο διάσωσης bailout. Επιπλέον, σκοπός της παρούσας μελέτης είναι να καταδείξει ότι, παρόλο που το bail-in αποτελεί ένα εργαλείο εξυγίανσης που μπορεί να συμβάλει στην επιτυχία της Τραπεζικής Ένωσης στο σύνολό της, χάρη στην προβλεψιμότητα και τη σταθερότητα των νομικών αποτελεσμάτων του, η εφαρμογή του κατά τρόπο νομικά ορθό και συμβατό με τις διατάξεις της αρχής της NCWO, αλλά και με θεμελιώδη δικαιώματα, όπως το δικαίωμα στην ιδιοκτησία, παρουσιάζει αρκετές προκλήσεις τόσο από νομικής όσο και από πρακτικής πλευράς. Το ερώτημα που προκύπτει κυρίως από την εφαρμογή του εργαλείου είναι "πότε η εφαρμογή του bail-in καθίσταται νόμιμη;". Το σημαντικότερο είναι ότι το bail-in δεν πρέπει να θεωρείται πανάκεια, καθώς δεν είναι βέβαιο ούτε ότι θα ανατρέψει πλήρως την επιβάρυνση των φορολογουμένων ούτε ότι θα αποκαταστήσει την οικονομική ευρωστία του υπό εξυγίανση πιστωτικού ιδρύματος. Σε κάθε περίπτωση, αυτό που απαιτείται είναι η σωστή εξισορρόπηση μεταξύ του δημόσιου συμφέροντος-χρηματοπιστωτικής σταθερότητας και της προστασίας των περιουσιακών δικαιωμάτων των ενδιαφερομένων. Η διάρθρωση της παρούσας διατριβής έχει ως εξής: στην πρώτη ενότητα παρουσιάζεται η "νέα πραγματικότητα" της Ευρωπαϊκής Τραπεζικής Ένωσης και τα βασικά χαρακτηριστικά της με ιδιαίτερη αναφορά στον δεύτερο πυλώνα της (εξυγίανση πιστωτικών ιδρυμάτων) και στις βασικές διατάξεις του SRMR. Η δεύτερη ενότητα παρέχει μια κριτική θεώρηση απέναντι στο εργαλείο bail-in στο πλαίσιο του SRMR, παρουσιάζει τα κύρια συστατικά του και εξετάζει ειδικά ζητήματα σχετικά με την εφαρμογή του. Η τρίτη και τελευταία ενότητα εξετάζει τη συμμόρφωση του bail-in με το θεμελιώδες δικαίωμα στην ιδιοκτησία και περιγράφει μία από τις κύριες διασφαλίσεις, την αρχή NCWO, προκειμένου να καταλήξει στο συμπέρασμα κατά πόσον η τελευταία δίνει πραγματική ισχύ στο εργαλείο bail-in. The present dissertation provides an in-depth analysis of the banking resolution regime within the European Banking Union as shaped after the global financial crisis which broke out in 2007, affecting the global economy. Its topic focuses particularly on the application of the bail-in instrument which was introduced in the EU resolution toolkit with the BRRD, as an alternative to the bailout path. Moreover, the aim of this study is to demonstrate that although bail-in is a resolution tool which can contribute to the success of the BU as a whole, thanks to the predictability and stability of its legal results, its application in a way which is legally sound and compatible with the provisions of the NCWO principle but also with fundamental rights such as the right to property, presents several challenges from both a legal and a practical perspective. The question that mostly arises from the implementation of the tool is “when bail-in is legal?”. What is the most important is that bail-in should not be regarded as panacea, as it is neither certain that it will alleviate the burden on taxpayers completely, nor that it will restore the economic soundness of the credit institution. In any case, what is necessary is the right balancing between the public interest-financial stability and the protection of stakeholders’ property rights. The structure of the present thesis is the following: in the first section, the “new reality” of the European Banking Union and its main features are presented with special regard to its second pillar (resolution of credit institutions) and the basic provisions of SRMR. The second section provides a critical view towards the bail-in tool under the scope of SRMR, presents its main components and addresses special issues regarding its implementation. The third and final section examines the compliance of bail-in with the fundamental right to property and describes one of the main safeguards, the NCWO principle, in order to conclude whether the latter one gives real effect to the bail-in tool.

  • Other research product . 2023
    Open Access English
    Authors: 
    Chrysoula Kalliopi;
    Country: Greece

    Η παρούσα διπλωματική εργασία αποσκοπεί στην παρουσίαση της σταδιακής ανάπτυξης και διαμόρφωσης της ευρωπαϊκής αγοράς ενέργειας και του τρόπου με τον οποίο ο μηχανισμός των δεσμεύσεων του άρθρου 9 του κανονισμού 1/2003 συνέβαλε στην απελευθέρωσή της και στην προώθηση του ανταγωνισμού σε αυτήν. This dissertation aims at presenting the gradual deployment and formation of the European energy market and how the commitments procedure of article 9 of the Regulation 1/2003 contributed to the liberization of the it and the promotion of competition therein.

  • Open Access English
    Authors: 
    Moutzouris Dimitrios;
    Country: Greece

    Η αμφίβολος είναι μια δευτερογενής φάση που συχνά υφίσταται σε υπερμαφικές λιθολογίες (ξενολιθικοί περιδοτίτες του μανδύα, Αλπινότυποι και οφιολιθικοί περιδοτίτες) σε διάφορα περιβάλλοντα όπως μαγματικά τόξα, εσωτερικά πλακών, ρήγματα μετασχηματισμού, ζώνες διάρρηξης και σύγκρουσής. Η δημιουργία της έχει αποδοθεί είτε στην αλληλεπίδραση ρευστών/τηγμάτων με πετρώματα του μανδύα είτε στην απευθείας κρυστάλλωση από ένυδρα τήγματα. Για τον σκοπό της παρούσας εργασίας, συντέθηκε μια εκτενής βιβλιογραφική βάση δεδομένων η οποία περιλαμβάνει τις συστάσεις, σε κύρια στοιχεία, αμφιβόλων που βρίσκονται σε υπερμαφικά πετρώματα σε διαφορετικά γεωτεκτονικά περιβάλλοντα ανά τον κόσμο. Επίσης συμπεριλήφθηκαν γεωχημικά δεδομένα αμφιβόλων από ένα ευρύ φάσμα ηφαιστειακών πετρωμάτων (μαφικά έως φελσικά) τόσο σε φυσικές όσο και σε πειραματικές συνθήκες. Η μελέτη και σύγκριση των προαναφερθέντων συλλογών δεδομένων επέτρεψε την διάκριση διαφόρων τύπων αμφιβόλων καθώς και την κατανόηση της δημιουργίας των αμφιβόλων στον μανδύα. Πιο συγκεκριμένα, οι αμφίβολοι Τύπου-Ι (πλούσιες σε Na και Ti, αλλά φτωχές σε Cr) έχουνε προκύψει από την απευθείας κρυστάλλωση από βασαλτικά, βασανιτικά, ανδεσιτικά, δακιτικά τήγματα και βρίσκονται κυρίως σε ηπειρωτικά τόξα (π.χ. Καμτσάτκα, Ρωσία), περιβάλλοντα εσωτερικά των πλακών (π.χ. Δυτικό Άιφελ, Γερμανία) και ωκεάνια τόξα μετασχηματισμού (π.χ. 15°20' Ζώνη Διάρρηξης, Μέσο-Ατλαντική ράχη). Οι αμφίβολοι Τύπου-ΙΙ είναι πλούσιες σε Cr και περιέχουνε διάφορα ποσοστά σε Ti και αλκάλια. Έχουνε προκύψει από την αντίδραση μεταξύ τηγμάτων και ορυκτών του μανδύα (κυρίως κλινοπυρόξενο και σπινέλιο). Βρίσκονται συνήθως σε μαγματικά κέντρα στο εσωτερικό των πλακών (π.χ. Μασίφ Σαντράλ, Γαλλία) και σε μερικά ηπειρωτικά τόξα (π.χ. Ίτσινομεγκάτα, Ιαπωνία). Οι Τύπου-ΙΙΙ αμφίβολοι αντιπροσωπεύουν την αλληλεπίδραση ένυδρων ρευστών και τηγμάτων με υπερμαφικά πετρώματα σε περιοχές ζωνών υπαγωγής και χαρακτηρίζονται από υψηλά ποσοστά σε Cr και αλκάλια, αλλά μικρό περιεχόμενο σε Ti. Οι Τύπου-ΙΙΙ αμφίβολοι εντοπίζονται σε ωκεάνια τόξα (π.χ. TUBAF, PNG), οφιολίθους (π.χ. Οφιόλιθος της Λυκίας, Τουρκία) αλλά συχνά και σε ηπειρωτικά τόξα. Επιπλέον, στην παρούσα εργασία, δημιουργήθηκε ένα θερμόμετρο ανταλλαγής Fe και Mg μεταξύ αμφιβόλου και κλινοπυροξένου το οποίο βαθμονομήθηκε σύμφωνα με προϋπάρχοντα, πειραματικά δεδομένα σε υπερμαφικές συστάσεις. Το σφάλμα του θερμομέτρου είναι ±34 °C για ένα εύρος πίεσης 0.5-3.7 GPa. Εφαρμόζοντας το θερμόμετρο σε περιδοτιτικούς ξενολίθους, που δείχνουν ενδείξεις χημικής ισορροπίας και ισορροπίας υφών μεταξύ των ορυκτών του μανδύα (π.χ. Δυτικό Άιφελ, Γερμανία; Ανατολική Τρανσυλβανική Λεκάνη, Ρουμανία), προκύπτουν θερμοκρασίες που είναι συγκρίσιμες με τη διπυροξενική θερμομετρία ανταλλαγής Fe και Mg. Το νέο θερμόμετρο μπορεί να χρησιμοποιηθεί για να περιγράψει την θερμοδυναμική ισορροπία της αμφιβόλου και του κλινοπυροξένου στον μανδύα. Amphibole is a secondary phase commonly found in ultramafic lithologies (mantle xenoliths, Alpine-type and ophiolitic peridotites) occurring in diverse environments such as magmatic arcs, plate interiors, transform faults, rifts and collision zones. Its formation has mainly been attributed to fluid-melt/rock interaction or direct crystallisation from melts/fluids. For the purpose of the present thesis, an extensive bibliographical database has been compiled. It involves major-element compositional data of amphibole in ultramafic rocks from various geotectonic settings around the globe. Additionally, amphiboles related to a wide spectrum of melts spanning from felsic to mafic in composition, both natural (rock samples) and synthetic (laboratory experiments) have also been considered. Type-I amphiboles (enriched in Na and Ti but depleted in Cr) are the products of direct crystallisation from basaltic, basanitic, andesitic and dacitic melts and are mostly found in continental arcs (e.g. Kamchatka, Russia), within-plate settings (e.g. West Eifel, Germany) and oceanic transform faults (e.g. 15°20´N Fracture Zone, Mid-Atlantic Ridge). Type-II amphiboles are Cr-rich, contain variable amounts of Ti and alkalis, and form via reaction between the aforementioned melts and primary mantle phases (mostly clinopyroxene and spinel). They are usually found in within-plate magmatic centers (e.g. Massif Central, France) and several localities in continental arcs (e.g. Ichino-megata, Japan). Amphiboles belonging to type-III reflect hydrous fluid/melt-rock interactions above subduction zones. Type-III amphiboles are predominantly encountered in oceanic arcs (e.g. TUBAF seamount, PNG) and ophiolites (Lycian ophiolite, Turkey) but occasionally they also occur in continental-arc settings. We have furthermore calibrated a new Fe Mg exchange thermometer between amphibole and clinopyroxene based on existing experimental data on ultramafic compositions with an error of ±46°C in the pressure range 0.5–3.7 GPa. Peridotite xenoliths that display good evidence of textural and chemical equilibration among their constituent minerals (e.g. West Eifel, Germany; Eastern Transylvanian Basin, Romania) yield amphibole temperatures comparable to those predicted from two-pyroxene Fe Mg exchange thermometry.

  • Open Access English
    Authors: 
    Kyrios Nektarios;
    Country: Greece

    Ο καρδιακός κύκλος μπορεί να χωριστεί σε διαφορετικές φάσεις λειτουργίας που διακρίνονται στις φάσεις συστολής, διαστολής αλλά και των ενδιάμεσων χρόνων που μεσολαβούν μεταξύ αυτών των δύο φάσεων. Με τη βοήθεια ηλεκτρικών και μαγνητικών σημάτων γίνεται προσπάθεια ακριβούς πρόβλεψης των χρόνων μετάβασης αυτών των σταδίων και τα κρυμμένα ημι-μαρκοβιανά μοντέλα έχουν προταθεί ως υποψήφια στατιστικά μοντέλα για καλή πρόβλεψη. Στη διπλωματική αυτή συγκρίνονται διαφορετικά παραμετρικά ημι-μαρκοβιανά μοντέλα ως προς την ικανότητα πρόβλεψης τους στη βάση κάποιων πραγματικών δεδομένων. Η εργασία αυτή επεκτείνει αποτελέσματα που παρουσιάστηκαν στη διπλωματική της Κ. Καταχάνα "Signal Processing and Statistical Analysis of the Cardiac Cycle via hidden Semi-Markov Models ". The cardiac cycle can be broken down into different phases, these are the phase of S_1 sound, Systole, S_2 sound, Diastole. So modeling this heart cycle periodicity through an Hidden Semi Markov Model gives very important information about the health status of the heart and can be used to detect abnormalities in its operation. Using electric and magnetic signals we make an effort to accurately predict the sojourn times of cardiac cycle phases suggesting also the Hidden Semi-Markov models appropriate to predict. In this thesis, different parametric Hidden Semi-Markov models are compared in their predictive ability and this is done using real data.This thesis extends the results are presented in the thesis of Konstantina Katachana "Signal Processing and Statistical Analysis of the Cardiac Cycle via hidden Semi-Markov models".

  • Open Access English
    Authors: 
    Argyriadi Ioanna;
    Country: Greece

    Σκοπός της εργασίας είναι η διερεύνηση του ρόλου που διαδραματίζει η υιοθέτηση πρακτικών εταιρικής κοινωνικής ευθύνης από τις σύγχρονες επιχειρήσεις και κυρίως, αν η υιοθέτηση αυτή συμβάλλει στην εργασιακή ικανοποίηση και οργανωσιακή δέσμευση του ανθρώπινου δυναμικού. Πραγματοποιήθηκε πρωτογενής ποσοτική έρευνα με ερωτηματολόγιο που δόθηκε προς συμπλήρωση σε στελέχη και εργαζομένους στην εταιρεία απασχόλησης της ερευνήτριας. Το ερευνητικό δείγμα αποτελείται από 54 διοικητικά στελέχη, διευθυντές, προϊσταμένους και υπαλλήλους της εταιρείας αυτής. Ακολουθήθηκε η δειγματοληψία ευκολίας και η διανομή του ερωτηματολογίου έγινε διαδικτυακά. Η στατιστική ανάλυση έγινε μέσω του SPSS. Τα ερευνητικά αποτελέσματα έδειξαν μέτρια προς ικανοποιητική εφαρμογή της εταιρικής κοινωνικής ευθύνης. Οι διαστάσεις που εφαρμόζονται σε μεγαλύτερο βαθμό ήταν η εταιρική κοινωνική ευθύνη προς το κράτος και προς τους πελάτες. Τα επίπεδα εργασιακής ικανοποίησης και οργανωσιακής δέσμευσης του ανθρώπινου δυναμικού ήταν μέτρια. Οι τέσσερις διαστάσεις της εταιρικής κοινωνικής ευθύνης (προς κοινωνικούς και μη κοινωνικούς φορείς, προς το ανθρώπινο δυναμικό, προς το κράτος και προς τους πελάτες), καθώς επίσης και η συνολική εταιρική κοινωνική ευθύνη, εμφάνισαν θετική, ισχυρή και στατιστικά σημαντική συσχέτιση με τα επίπεδα εργασιακής ικανοποίησης και οργανωσιακής δέσμευσης. The purpose of this work is to explore the role played by the adoption of corporate social responsibility practices by modern companies and especially, if this adoption contributes to job satisfaction and organizational commitment of human resources. A primary quantitative survey was conducted with a questionnaire that was given to executives and employees in the company where the researcher is working. The research sample consists of 54 executives, directors, superiors and employees of this company. Convenience sampling followed and the distribution of the questionnaire was done online. Statistical analysis was performed using SPSS. The research results showed a moderate to satisfactory implementation of corporate social responsibility. The dimensions that apply to a greater extent were the corporate social responsibility to the state and to the customers. Levels of job satisfaction and organizational commitment of human resources were moderate. The four dimensions of corporate social responsibility (to social and non-social actors, to human resources, to the state and to customers), as well as overall corporate social responsibility, showed a positive, strong and statistically significant correlation with employees’job satisfaction and their organizational commitment.

Advanced search in
Research products
arrow_drop_down
Searching FieldsTerms
Any field
arrow_drop_down
includes
arrow_drop_down
Include:
7,381 Research products, page 1 of 739
  • Open Access English
    Authors: 
    Vargova Martina; Vargova Martina;
    Country: Greece

    The aim of this dissertation is to provide a comprehensive view of the development of democracy in Slovenia and Slovakia and compare and contrast the political and economic transitions by analyzing the factors that impacted their transition. To achieve this aim, four research questions are presented in the introduction to this thesis and are addressed throughout the work. The work is divided into four chapters, each including multiple subchapters. The first chapter is dedicated to the theoretical framework, taking a closer look at the nature of the regime in the two case study countries. The legacy of communism and the role of society are analyzed in the following chapter as two chosen determinants and their impact on the transition of these two countries. The third chapter discusses the Slovenian and Slovak transitions and addresses the contrasts and similarities of these two countries’ transitions. The last chapter focuses on the role of elites in the transition process, as well as the paths to independence, and finally their accession to European Union. The conclusion addresses the research question and objective. The aim of this dissertation is to provide a comprehensive view of the development of democracy in Slovenia and Slovakia and compare and contrast the political and economic transitions by analyzing the factors that impacted their transition. To achieve this aim, four research questions are presented in the introduction to this thesis and are addressed throughout the work. The work is divided into four chapters, each including multiple subchapters. The first chapter is dedicated to the theoretical framework, taking a closer look at the nature of the regime in the two case study countries. The legacy of communism and the role of society are analyzed in the following chapter as two chosen determinants and their impact on the transition of these two countries. The third chapter discusses the Slovenian and Slovak transitions and addresses the contrasts and similarities of these two countries’ transitions. The last chapter focuses on the role of elites in the transition process, as well as the paths to independence, and finally their accession to European Union. The conclusion addresses the research question and objective.

  • Open Access English
    Authors: 
    Kostadinov Isabel;
    Country: Greece

    Μια μόνιμη ανθρώπινη εγκατάσταση στο διάστημα και η δυνατότητα συγκομιδής πόρων στη Σελήνη ή ακόμη πιο μακριά, στον Άρη, είναι μια ιδέα που εξακολουθεί να είναι εξωπραγματική για τους περισσότερους από εμάς. Ωστόσο, η πολυπλανητική κατοίκηση δεν είναι πλέον επιστημονική φαντασία και σύντομα θα καταστεί τεχνικά εφικτή, ενώ, από νομικής πλευράς, δεν έχει σημειωθεί μεγάλη πρόοδος από τη συμφωνία για τη Σελήνη του 1979. Οι διαστημικές συνθήκες δεν προβλέπουν μόνιμη ανθρώπινη εγκατάσταση στο διάστημα και δεν είναι πολύ διαφωτιστικές όσον αφορά τη νομιμότητα της εκμετάλλευσης των φυσικών πόρων. Δυστυχώς, το νομικό κενό δημιουργεί αβεβαιότητα, εμποδίζει την καινοτομία και αποτρέπει τους ιδιώτες επιχειρηματίες από το να επενδύσουν στην εξερεύνηση του διαστήματος. Ως εκ τούτου, το παρόν έγγραφο επισημαίνει τα υφιστάμενα νομικά κενά και αναλύει πιθανές λύσεις για την κάλυψη των κενών αυτών. Πρώτον, υποστηρίζεται ότι ο εξωγήινος οικισμός και η εκμετάλλευση του διαστήματος δεν μπορούν να συμβιβαστούν με το ισχύον διεθνές διαστημικό δίκαιο. Αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι ο "αποικισμός" του διαστήματος συνιστά αναπόφευκτα την αποκλειστική χρήση ουράνιου εδάφους, η οποία με την πάροδο του χρόνου ισοδυναμεί με de facto οικειοποίηση. Ωστόσο, η αρχή της μη οικειοποίησης που ορίζεται στο άρθρο ΙΙ της Συνθήκης για το Διάστημα απαγορεύει απερίφραστα κάθε διεκδίκηση δικαιωμάτων κυριαρχίας στο διάστημα από ιδιωτικούς και δημόσιους φορείς. Επιπλέον, ο συγγραφέας αναφέρει ότι ο εξωγήινος οικισμός δεν καλύπτεται από την ελευθερία χρήσης και εξερεύνησης του διαστήματος. Η ερμηνεία της συνήθους έννοιας του άρθρου Ι της Συνθήκης για το Διάστημα σύμφωνα με το άρθρο 31 της Συνθήκης για το Διάστημα αποκαλύπτει ότι η μόνιμη ανθρώπινη εγκατάσταση στη Σελήνη και σε άλλα ουράνια σώματα είναι αντίθετη με τον σκοπό και τον στόχο της Συνθήκης. Στην πραγματικότητα, ωστόσο, η ανθρωπότητα είναι απίθανο να "σταματήσει στα τελευταία σύνορα" από αφηρημένους κανόνες του διεθνούς δικαίου. Δεύτερον, το παρόν έγγραφο επικεντρώνεται στη νομιμότητα της εκμετάλλευσης των φυσικών πόρων σε ουράνια σώματα βάσει του ισχύοντος διεθνούς και εθνικού διαστημικού δικαίου. Ο συγγραφέας υποστηρίζει ότι η αρχή της μη ιδιοποίησης δεν περιορίζεται στην εδαφική ιδιοποίηση, αλλά απαγορεύει κάθε μονοπωλιακή θέση στο διάστημα και, ως εκ τούτου, η Συνθήκη για το Διάστημα δεν προβλέπει την ύπαρξη δικαιωμάτων ιδιοκτησίας στο διάστημα. Ομοίως, τα κράτη μέλη της Συμφωνίας για τη Σελήνη απαγορεύεται η συγκομιδή φυσικών πόρων από το άρθρο 11 παράγραφος 3, το οποίο θέτει μορατόριουμ στη διαστημική εξόρυξη έως ότου καταρτιστεί συμφωνία εφαρμογής από τα κράτη μέλη. Τρίτον, το παρόν έγγραφο εξετάζει ηθικά και δεοντολογικά ζητήματα που κρύβονται πίσω από την εμπορευματοποίηση του διαστήματος. Προτείνεται να μη χρησιμοποιείται ο όρος "διαστημικός αποικισμός", καθώς οι εξωγήινοι οικισμοί δεν μπορούν νομικά να χαρακτηριστούν ως "αποικίες". Επιπλέον, εφιστάται η προσοχή του αναγνώστη στην ανισορροπία των φύλων στο διάστημα και, ως εκ τούτου, προωθείται η προληπτική χρήση γλώσσας ουδέτερου φύλου ώστε να καταστεί το διάστημα προσβάσιμο σε όλη την ανθρωπότητα. Επιπλέον, ο συγγραφέας διατυπώνει τη βασική προτεραιότητα για την προστασία του γήινου και ουράνιου περιβάλλοντος από μακροχρόνιες υποβαθμιστικές επιπτώσεις, καθώς μόνο αυστηρά πρότυπα περιβαλλοντικής ασφάλειας θα διασφαλίσουν τη βιώσιμη αξιοποίηση του διαστήματος. Τέλος, η παρούσα διατριβή αναλύει τους κανόνες που διέπουν το καθεστώς της Ανοιχτής Θάλασσας, της Ανταρκτικής και της ITU και διαπιστώνει ότι το τελευταίο φαίνεται να είναι το καταλληλότερο πρότυπο για την εξόρυξη στο διάστημα, κυρίως επειδή το σύστημα της ITU - σε αντίθεση με τους κανόνες που διέπουν το καθεστώς της Ανοιχτής Θάλασσας και της Ανταρκτικής - διέπει τα παγκόσμια κοινά στο διάστημα. Επιπλέον, ο συγγραφέας εξιστορεί την αξία της Συμφωνίας για τη Σελήνη μέχρι στιγμής, καθώς αποτελεί τη μόνη διεθνή νομική πηγή που ασχολείται με την εκμετάλλευση του διαστήματος. Τέλος, ο συγγραφέας αξιολογεί την πρόταση της ομάδας εργασίας της Χάγης για τη διακυβέρνηση των διαστημικών πόρων για την ανάπτυξη ενός διεθνούς πλαισίου για τις δραστηριότητες των διαστημικών πόρων. Μέχρι στιγμής, αυτό το πρότυπο πλαίσιο αποτελεί τη μόνη αξιόλογη προσπάθεια ρύθμισης της εκμετάλλευσης του διαστήματος σε διεθνές επίπεδο και ως εκ τούτου θεωρείται αφετηρία για μελλοντικές ρυθμίσεις και προωθεί τη διεθνή συνεργασία μεταξύ των κρατών. A permanent human settlement in space and the possibility of harvesting resources on the Moon or even further away on Mars, is a concept still out of this world for most of us. However, multi-planetary inhabitation is not science fiction anymore and will soon become technically feasible, while, on the legal side, there has not been much progress since the 1979 Moon Agreement. Space Treaties do not contemplate permanent human settlement in space and are not very enlightening regarding the legality of exploiting natural resources. Unfortunately, the legal vacuum creates uncertainty, hampers innovation, and deters private entrepreneurs from investing in space exploration. Therefore, this paper highlights existing legal loopholes and elaborates on possible solutions to close these gaps. Firstly, it is argued that extra-terrestrial settlement and space exploitation cannot be reconciled with current international space law. This is because space ‘colonisation’ inevitably constitutes the exclusive use of celestial territory, which over time amounts to de facto appropriation. Yet, the non-appropriation principle laid out in Article II Outer Space Treaty unambiguously prohibits any claim for sovereignty rights in space by private and public entities. Additionally, the writer states that extra-terrestrial settlement is not covered by the freedom to use and explore space. An interpretation of the ordinary meaning of Article I Outer Space Treaty in line with Article 31 VCLT reveals that permanent human settlement on the Moon and other celestial bodies is against the purpose and objective of the Treaty. In reality, however, humankind is unlikely to be ‘stopped at the final frontier’ by abstract norms of international law. Secondly, this paper focuses on the legality of exploiting natural resources on celestial bodies under current international and national space law. The writer argues that the non-appropriation principle is not limited to territorial appropriation but prohibits any monopoly position in space and thus, the Outer Space Treaty does not foresee the existence of ownership rights in space. Equally, States Parties to the Moon Agreement are prohibited from harvesting natural resources by Article 11(3), which puts a moratorium on space mining until an Implementation Agreement is established by the States Parties. Thirdly, this paper examines ethical and moral questions behind space commercialisation. It is suggested that the term ‘space colonisation’ is not used as extra-terrestrial settlements cannot legally be qualified as ‘colonies’. Additionally, the reader`s attention is drawn to the gender-imbalance in space and, as a result, the proactive use of gender-neutral language is promoted to make space accessible to all humankind. Moreover, the writer formulates the key priority to protect the earthly and celestial environment from long-term degrading effects as only strict environmental safety standards will secure the sustainable utilisation of space. Finally, this thesis analyses the rules underlying the High Seas, Antarctica, and the ITU regime and finds that the last appears to be the most suitable template for space mining, mainly because the ITU system – unlike the rules underlying the Deep Seabed and Antarctica – governs global commons in space. Moreover, the writer recounts the value of the Moon Agreement so far, being the only international legal source dealing with space exploitation. Lastly, the writer evaluates the proposal by the Hague Space Resource Governance Working Group for developing an international framework for space resource activities. Up to now, this model framework has been the only valuable attempt to regulate space exploitation on an international level and thus is considered a starting point for future regulations and fosters international cooperation between states.

  • Open Access English
    Authors: 
    Deratsa Konstantina-Dimitra;
    Country: Greece

    Στην Ευρώπη, η αρχή της «εθνικής διαδικαστικής αυτονομίας» έχει προκαλέσει συνεχή σύγχυση, κυρίως επειδή η «αυτονομία» των κρατών μελών μπορεί να υποδηλώνει την ελευθερία από τον έλεγχο της ΕΕ που θα έρχονταν ξεκάθαρα σε σύγκρουση με την «υπεροχή, ενότητα και αποτελεσματικότητα» του δικαίου της ΕΕ. Ενώ τα δικαστήρια των κρατών μελών προβλέπουν γενικά διαδικασίες και ένδικα μέσα για παραβιάσεις του δικαίου της ΕΕ που εκδικάζονται στις δικαστικές τους αίθουσες, εντούτοις ενεργούν ως δικαστήρια πρώτης γραμμής της Ένωσης, πράγμα που σημαίνει ότι η «αποτελεσματικότητα» του δικαίου της ΕΕ βρίσκεται σε μεγάλο βαθμό στα χέρια τους. Συνεπώς, για να λειτουργήσει το σύστημα στο σύνολό του, τα εθνικά δικαστήρια πρέπει να εργάζονται υπό την υποχρέωση να διασφαλίζουν ότι το δίκαιο της ΕΕ είναι πράγματι αποτελεσματικό επί τόπου. Τι σημαίνει όμως αυτή η παραίτηση από την αρχή της εθνικής δικονομικής αυτονομίας; Ενώ ορισμένοι μελετητές και δικαστές λένε ότι η αρχή έτσι ως επί το πλείστον καταρρέει, άλλοι προτείνουν ότι παραμένει ανέπαφη. Ή, για να το θέσω αντίστροφα: ενώ ορισμένοι εξακολουθούν να επικαλούνται την αρχή για να δικαιολογήσουν τον περιορισμό της εναρμόνισης της Ένωσης του εθνικού δικονομικού και διορθωτικού δικαίου, άλλοι υποστηρίζουν ότι η αρχή απλώς δεν υφίσταται. Το μόνο σημείο συμφωνίας φαίνεται να είναι ότι είναι «δύσκολο να κατανοήσουμε» τι κάνει στην πραγματικότητα το Δικαστήριο σε αυτόν τον τομέα του δικαίου. In Europe, the principle of ‘national procedural autonomy’ has caused continuing confusion, not least because Member State ‘autonomy’ may suggest freedom from EU control that would plainly clash with the ‘primacy, unity and effectiveness’ of EU law. While Member State courts generally provide for procedures and remedies for violations of EU law litigated in their courtrooms, they nevertheless act as the frontline courts of the Union, which means that the ‘effectiveness’ of EU law is largely in their hands. Accordingly, for the system as a whole to function, national courts must work under the duty to ensure that EU law is, indeed, effective on the ground. But what, if anything, does that leave of the principle of national procedural autonomy? While some scholars and judges say the principle thus mostly collapses, others suggest it remains intact. Or, to put it the other way around: while some continue to invoke the principle to justify restraining the Union's harmonisation of national procedural and remedial law, others suggest the principle simply does not exist. The only point of agreement seems to be that it is ‘difficult to understand’ what the Court is actually doing in this area of the law.

  • Open Access English
    Authors: 
    Manifavas Efstratios;
    Country: Greece

    Τα κρυμμένα Μαρκοβιανά μοντέλα χρησιμοποιούνται σε ένα ευρύ πεδίο εφαρμογών, λόγω της κατασκευής τους που τα καθιστά μαθηματικώς διαχειρίσιμα και επιτρέπει τη χρήση αποτελεσματικών υπολογιστικών τεχνικών. ́Εχουν αναπτυχθεί μέθοδοι για την εκτίμηση των παραμέτρων του μοντέλου, όπως ο αλγόριθμος EM, αλλά και για την εύρεση των κρυμμένων καταστάσεων της Μαρκοβιανής αλυσίδας, όπως ο αλγόριθμος Viterbi. Σε εφαρμογές στις οποίες η διάσταση των δεδομένων είναι συγκρίσιμη με το μέγεθος του δέιγματος, είναι γνωστό πως ο δειγματικός πίνακας συνδιακύμανσης είναι αριθμητικά ασταθής, γεγονός που επηρεάζει άμεσα το βήμα μεγιστοποίησης (M-step) του αλγορίθμου EM, στο οποίο εμπλέκεται ο υπολογισμός του αντιστρόφου του. Το πρόβλημα αυτό μπορεί να ενταθεί λόγω ενδεχόμενης ύπαρξης καταστάσεων οι οποίες εμφανίζονται σπάνια, με αποτέλεσμα το μέγεθος δείγματος για την εκτίμηση των αντίστοιχων παραμέτρων να είναι μικρό. Επομένως, η άμεση χρήση αυτών των μεθόδων είναι πιθανό να οδηγήσει σε αριθμητικά προβ- λήματα, όσον αφορά στην εκτίμηση του πίνακα συνδιακύμανσης και του αντιστρόφου του, επηρεάζοντας επιπλέον την εκτίμηση του πίνακα πιθανοτήτων μετάβασης και την ανακατασκευή της κρυμμένης Μαρκο- βιανής αλυσίδας. Στη συγκεκριμένη εργασία μελετάται θεωρητικά και αλγοριθμικά μία τροποποίηση του αλγορίθμου EM, έτσι ώστε ο εκτιμήτης που προκύπτει για τον πίνακα συνδιακύμανσης, κατά το βήμα μεγιστοποίησης, να είναι αυτός που απορρέει από τη χρήση της μεθόδου συρρίκνωσης (shrinkage). Για τον σκοπό αυτό, στη συνάρτηση της λογαριθμικής πιθανοφάνειας ενσωματώνονται κάποιες ποινές, ώστε να κανονικοποιηθεί το αντίστοιχο πρόβλημα μεγιστοποίησης. Η συνάρτηση αυτή, χρησιμοποιείται και στο βήμα εκτίμησης (E-step). Επίσης, μελετάται αλγοριθμικά και μία παραλλαγή αυτής της μεθόδου, στην οποία η συνάρτηση με τις ποινές χρησιμοποιείται μόνο κατά το βήμα μεγιστοποίησης (M-step). Hidden Markov models are used in a wide range of applications due to their construction that renders them mathematically tractable and allows for the use of efficient computational techniques. There are methods for the estimation of the model’s parameters, such as the EM algorithm, but also for the estimation of the hidden states of the underlying Markov chain, such as the Viterbi algorithm. In applications where the dimension of the data is comparable to the sample size, the sample covariance matrix is known to be ill-conditioned, which directly affects the maximisation step (M- step) of the EM algorithm, where its inverse is involved in the computations. This problem might be amplified if there are rarely visited states resulting in a small sample size for the estimation of the corresponding parameters. Therefore, the direct implementation of these methods can be proved to be troublesome, as many computational problems might occur in the estimation of the covariance matrix and its inverse, further affecting the estimation of the one-step transition probability matrix and the reconstruction of the hidden Markov chain. In this paper, a modified version of the EM algorithm is studied, both theoretically and computa- tionally, in order to obtain the shrinkage estimator of the covariance matrix during the maximisation step. This is achieved by maximising a penalised log-likelihood function, which is also used in the estimation step (E-step). A variant of this modified version, where the penalised log-likelihood func- tion is only used in the maximisation step (M-step), is also studied computationally.

  • Other research product . 2023
    Open Access English
    Authors: 
    Tsantilas Theofilos;
    Country: Greece

    Στα Μαθηματικά υπάρχουν πολλές Θεωρίες Γκαλουά. Σκοπός αυτής της εργασίας είναι να μελετήσει εκείνο το κομμάτι της Θεωρίας Γκαλουά του Γκρόθεντικ για Σχήματα το οποίο γενικεύει την κλασική Θεωρία Γκαλουά του ΄Αρτιν για πεπερασμένες επεκτάσεις σωμάτων· αυτή είναι η Θεωρία Γκαλουά για Ετάλ ΄Αλγεβρες. Από νωρίς οι μαθηματικοί αντιλαμβανόντουσαν τις ομοιότητες του Θεμελιώδους Θεωρήματος της Θεωρίας Γκαλουά και του Θεωρήματος Ταξινόμησης Χώρων Επικάλυψης της Αλγεβρικής Τοπολογίας. Εν τέλει, ήταν ο Γκρόθεντικ εκείνος που κατανόησε το δεσμό που μοιράζονται σε βαθύτερο επίπεδο και διατύπωσε τη λεγόμενη Θεωρία Γκαλουά του Γκρόθεντικ για Σχήματα, ένα θεώρημα ταξινόμησης που ενοποιεί τα δύο προηγούμενα. Η Θεωρία Γκαλουά για Σχήματα, στη γενική της μορφή, ταξινομεί πεπερασμένες ετάλ επικαλύψεις συνεκτικών σχημάτων μέσω πεπερασμένων συνόλων στα οποία η ετάλ θεμελιώδης ομάδα του σχήμα- τος δρα συνεχώς. ΄Οταν προσεγγίσουμε το θεώρημα από τη σκοπιά των επεκτάσεων σωμάτων, το θεώρημα αυτό ταξινομεί ετάλ άλγεβρες ενός σώματος μέσω πεπεραμένων συνόλων στα οποία η απόλυτη ομάδα Γκαλουά δρα συνεχώς. Αυτό είναι το θεώρημα που θέλουμε να μελε- τήσουμε. There are many Galois Theories throughout Mathematics. The purpose of this dissertation is to intoduce the part of Grothendieck’s Galois Theory for Schemes that is related to Artin’s Galois Theory of finite field extensions; that is, Galois Theory of Finite Étale Algebras. From early on, mathematicians had noticed the similarities the Fundamental Theorem of Galois Theory and the Classification The- orem of Covering Spaces share. Eventually, it was no other than Grothendieck who understood their bond on a deeper level and formulated a theory, Grothendieck’s Galois Theory for Schemes, in which he succeeded to unify these two classification theorems. Grothendieck’s theorem in its full generality classifies finite étale coverings of a connected scheme using sets on which its étale funda- mental group acts continuously. When seen from a field theoretic point of view, the theorem classifies finite étale algebras of a field using sets on which its absolute Galois group acts continuously. This is the theorem we are pursuing.

  • Open Access English
    Authors: 
    Ntelekou Maria-Eleni;
    Country: Greece

    Η παρούσα διατριβή παρέχει μια εμπεριστατωμένη ανάλυση του καθεστώτος τραπεζικής εξυγίανσης στο πλαίσιο της Ευρωπαϊκής Τραπεζικής Ένωσης, όπως διαμορφώθηκε μετά την παγκόσμια χρηματοπιστωτική κρίση που ξέσπασε το 2007 και επηρέασε την παγκόσμια οικονομία. Το θέμα της επικεντρώνεται ιδιαίτερα στην εφαρμογή του εργαλείου bail-in, το οποίο εισήχθη στην εργαλειοθήκη εξυγίανσης της ΕΕ με την BRRD, ως εναλλακτική λύση στο εργαλείο διάσωσης bailout. Επιπλέον, σκοπός της παρούσας μελέτης είναι να καταδείξει ότι, παρόλο που το bail-in αποτελεί ένα εργαλείο εξυγίανσης που μπορεί να συμβάλει στην επιτυχία της Τραπεζικής Ένωσης στο σύνολό της, χάρη στην προβλεψιμότητα και τη σταθερότητα των νομικών αποτελεσμάτων του, η εφαρμογή του κατά τρόπο νομικά ορθό και συμβατό με τις διατάξεις της αρχής της NCWO, αλλά και με θεμελιώδη δικαιώματα, όπως το δικαίωμα στην ιδιοκτησία, παρουσιάζει αρκετές προκλήσεις τόσο από νομικής όσο και από πρακτικής πλευράς. Το ερώτημα που προκύπτει κυρίως από την εφαρμογή του εργαλείου είναι "πότε η εφαρμογή του bail-in καθίσταται νόμιμη;". Το σημαντικότερο είναι ότι το bail-in δεν πρέπει να θεωρείται πανάκεια, καθώς δεν είναι βέβαιο ούτε ότι θα ανατρέψει πλήρως την επιβάρυνση των φορολογουμένων ούτε ότι θα αποκαταστήσει την οικονομική ευρωστία του υπό εξυγίανση πιστωτικού ιδρύματος. Σε κάθε περίπτωση, αυτό που απαιτείται είναι η σωστή εξισορρόπηση μεταξύ του δημόσιου συμφέροντος-χρηματοπιστωτικής σταθερότητας και της προστασίας των περιουσιακών δικαιωμάτων των ενδιαφερομένων. Η διάρθρωση της παρούσας διατριβής έχει ως εξής: στην πρώτη ενότητα παρουσιάζεται η "νέα πραγματικότητα" της Ευρωπαϊκής Τραπεζικής Ένωσης και τα βασικά χαρακτηριστικά της με ιδιαίτερη αναφορά στον δεύτερο πυλώνα της (εξυγίανση πιστωτικών ιδρυμάτων) και στις βασικές διατάξεις του SRMR. Η δεύτερη ενότητα παρέχει μια κριτική θεώρηση απέναντι στο εργαλείο bail-in στο πλαίσιο του SRMR, παρουσιάζει τα κύρια συστατικά του και εξετάζει ειδικά ζητήματα σχετικά με την εφαρμογή του. Η τρίτη και τελευταία ενότητα εξετάζει τη συμμόρφωση του bail-in με το θεμελιώδες δικαίωμα στην ιδιοκτησία και περιγράφει μία από τις κύριες διασφαλίσεις, την αρχή NCWO, προκειμένου να καταλήξει στο συμπέρασμα κατά πόσον η τελευταία δίνει πραγματική ισχύ στο εργαλείο bail-in. The present dissertation provides an in-depth analysis of the banking resolution regime within the European Banking Union as shaped after the global financial crisis which broke out in 2007, affecting the global economy. Its topic focuses particularly on the application of the bail-in instrument which was introduced in the EU resolution toolkit with the BRRD, as an alternative to the bailout path. Moreover, the aim of this study is to demonstrate that although bail-in is a resolution tool which can contribute to the success of the BU as a whole, thanks to the predictability and stability of its legal results, its application in a way which is legally sound and compatible with the provisions of the NCWO principle but also with fundamental rights such as the right to property, presents several challenges from both a legal and a practical perspective. The question that mostly arises from the implementation of the tool is “when bail-in is legal?”. What is the most important is that bail-in should not be regarded as panacea, as it is neither certain that it will alleviate the burden on taxpayers completely, nor that it will restore the economic soundness of the credit institution. In any case, what is necessary is the right balancing between the public interest-financial stability and the protection of stakeholders’ property rights. The structure of the present thesis is the following: in the first section, the “new reality” of the European Banking Union and its main features are presented with special regard to its second pillar (resolution of credit institutions) and the basic provisions of SRMR. The second section provides a critical view towards the bail-in tool under the scope of SRMR, presents its main components and addresses special issues regarding its implementation. The third and final section examines the compliance of bail-in with the fundamental right to property and describes one of the main safeguards, the NCWO principle, in order to conclude whether the latter one gives real effect to the bail-in tool.

  • Other research product . 2023
    Open Access English
    Authors: 
    Chrysoula Kalliopi;
    Country: Greece

    Η παρούσα διπλωματική εργασία αποσκοπεί στην παρουσίαση της σταδιακής ανάπτυξης και διαμόρφωσης της ευρωπαϊκής αγοράς ενέργειας και του τρόπου με τον οποίο ο μηχανισμός των δεσμεύσεων του άρθρου 9 του κανονισμού 1/2003 συνέβαλε στην απελευθέρωσή της και στην προώθηση του ανταγωνισμού σε αυτήν. This dissertation aims at presenting the gradual deployment and formation of the European energy market and how the commitments procedure of article 9 of the Regulation 1/2003 contributed to the liberization of the it and the promotion of competition therein.

  • Open Access English
    Authors: 
    Moutzouris Dimitrios;
    Country: Greece

    Η αμφίβολος είναι μια δευτερογενής φάση που συχνά υφίσταται σε υπερμαφικές λιθολογίες (ξενολιθικοί περιδοτίτες του μανδύα, Αλπινότυποι και οφιολιθικοί περιδοτίτες) σε διάφορα περιβάλλοντα όπως μαγματικά τόξα, εσωτερικά πλακών, ρήγματα μετασχηματισμού, ζώνες διάρρηξης και σύγκρουσής. Η δημιουργία της έχει αποδοθεί είτε στην αλληλεπίδραση ρευστών/τηγμάτων με πετρώματα του μανδύα είτε στην απευθείας κρυστάλλωση από ένυδρα τήγματα. Για τον σκοπό της παρούσας εργασίας, συντέθηκε μια εκτενής βιβλιογραφική βάση δεδομένων η οποία περιλαμβάνει τις συστάσεις, σε κύρια στοιχεία, αμφιβόλων που βρίσκονται σε υπερμαφικά πετρώματα σε διαφορετικά γεωτεκτονικά περιβάλλοντα ανά τον κόσμο. Επίσης συμπεριλήφθηκαν γεωχημικά δεδομένα αμφιβόλων από ένα ευρύ φάσμα ηφαιστειακών πετρωμάτων (μαφικά έως φελσικά) τόσο σε φυσικές όσο και σε πειραματικές συνθήκες. Η μελέτη και σύγκριση των προαναφερθέντων συλλογών δεδομένων επέτρεψε την διάκριση διαφόρων τύπων αμφιβόλων καθώς και την κατανόηση της δημιουργίας των αμφιβόλων στον μανδύα. Πιο συγκεκριμένα, οι αμφίβολοι Τύπου-Ι (πλούσιες σε Na και Ti, αλλά φτωχές σε Cr) έχουνε προκύψει από την απευθείας κρυστάλλωση από βασαλτικά, βασανιτικά, ανδεσιτικά, δακιτικά τήγματα και βρίσκονται κυρίως σε ηπειρωτικά τόξα (π.χ. Καμτσάτκα, Ρωσία), περιβάλλοντα εσωτερικά των πλακών (π.χ. Δυτικό Άιφελ, Γερμανία) και ωκεάνια τόξα μετασχηματισμού (π.χ. 15°20' Ζώνη Διάρρηξης, Μέσο-Ατλαντική ράχη). Οι αμφίβολοι Τύπου-ΙΙ είναι πλούσιες σε Cr και περιέχουνε διάφορα ποσοστά σε Ti και αλκάλια. Έχουνε προκύψει από την αντίδραση μεταξύ τηγμάτων και ορυκτών του μανδύα (κυρίως κλινοπυρόξενο και σπινέλιο). Βρίσκονται συνήθως σε μαγματικά κέντρα στο εσωτερικό των πλακών (π.χ. Μασίφ Σαντράλ, Γαλλία) και σε μερικά ηπειρωτικά τόξα (π.χ. Ίτσινομεγκάτα, Ιαπωνία). Οι Τύπου-ΙΙΙ αμφίβολοι αντιπροσωπεύουν την αλληλεπίδραση ένυδρων ρευστών και τηγμάτων με υπερμαφικά πετρώματα σε περιοχές ζωνών υπαγωγής και χαρακτηρίζονται από υψηλά ποσοστά σε Cr και αλκάλια, αλλά μικρό περιεχόμενο σε Ti. Οι Τύπου-ΙΙΙ αμφίβολοι εντοπίζονται σε ωκεάνια τόξα (π.χ. TUBAF, PNG), οφιολίθους (π.χ. Οφιόλιθος της Λυκίας, Τουρκία) αλλά συχνά και σε ηπειρωτικά τόξα. Επιπλέον, στην παρούσα εργασία, δημιουργήθηκε ένα θερμόμετρο ανταλλαγής Fe και Mg μεταξύ αμφιβόλου και κλινοπυροξένου το οποίο βαθμονομήθηκε σύμφωνα με προϋπάρχοντα, πειραματικά δεδομένα σε υπερμαφικές συστάσεις. Το σφάλμα του θερμομέτρου είναι ±34 °C για ένα εύρος πίεσης 0.5-3.7 GPa. Εφαρμόζοντας το θερμόμετρο σε περιδοτιτικούς ξενολίθους, που δείχνουν ενδείξεις χημικής ισορροπίας και ισορροπίας υφών μεταξύ των ορυκτών του μανδύα (π.χ. Δυτικό Άιφελ, Γερμανία; Ανατολική Τρανσυλβανική Λεκάνη, Ρουμανία), προκύπτουν θερμοκρασίες που είναι συγκρίσιμες με τη διπυροξενική θερμομετρία ανταλλαγής Fe και Mg. Το νέο θερμόμετρο μπορεί να χρησιμοποιηθεί για να περιγράψει την θερμοδυναμική ισορροπία της αμφιβόλου και του κλινοπυροξένου στον μανδύα. Amphibole is a secondary phase commonly found in ultramafic lithologies (mantle xenoliths, Alpine-type and ophiolitic peridotites) occurring in diverse environments such as magmatic arcs, plate interiors, transform faults, rifts and collision zones. Its formation has mainly been attributed to fluid-melt/rock interaction or direct crystallisation from melts/fluids. For the purpose of the present thesis, an extensive bibliographical database has been compiled. It involves major-element compositional data of amphibole in ultramafic rocks from various geotectonic settings around the globe. Additionally, amphiboles related to a wide spectrum of melts spanning from felsic to mafic in composition, both natural (rock samples) and synthetic (laboratory experiments) have also been considered. Type-I amphiboles (enriched in Na and Ti but depleted in Cr) are the products of direct crystallisation from basaltic, basanitic, andesitic and dacitic melts and are mostly found in continental arcs (e.g. Kamchatka, Russia), within-plate settings (e.g. West Eifel, Germany) and oceanic transform faults (e.g. 15°20´N Fracture Zone, Mid-Atlantic Ridge). Type-II amphiboles are Cr-rich, contain variable amounts of Ti and alkalis, and form via reaction between the aforementioned melts and primary mantle phases (mostly clinopyroxene and spinel). They are usually found in within-plate magmatic centers (e.g. Massif Central, France) and several localities in continental arcs (e.g. Ichino-megata, Japan). Amphiboles belonging to type-III reflect hydrous fluid/melt-rock interactions above subduction zones. Type-III amphiboles are predominantly encountered in oceanic arcs (e.g. TUBAF seamount, PNG) and ophiolites (Lycian ophiolite, Turkey) but occasionally they also occur in continental-arc settings. We have furthermore calibrated a new Fe Mg exchange thermometer between amphibole and clinopyroxene based on existing experimental data on ultramafic compositions with an error of ±46°C in the pressure range 0.5–3.7 GPa. Peridotite xenoliths that display good evidence of textural and chemical equilibration among their constituent minerals (e.g. West Eifel, Germany; Eastern Transylvanian Basin, Romania) yield amphibole temperatures comparable to those predicted from two-pyroxene Fe Mg exchange thermometry.

  • Open Access English
    Authors: 
    Kyrios Nektarios;
    Country: Greece

    Ο καρδιακός κύκλος μπορεί να χωριστεί σε διαφορετικές φάσεις λειτουργίας που διακρίνονται στις φάσεις συστολής, διαστολής αλλά και των ενδιάμεσων χρόνων που μεσολαβούν μεταξύ αυτών των δύο φάσεων. Με τη βοήθεια ηλεκτρικών και μαγνητικών σημάτων γίνεται προσπάθεια ακριβούς πρόβλεψης των χρόνων μετάβασης αυτών των σταδίων και τα κρυμμένα ημι-μαρκοβιανά μοντέλα έχουν προταθεί ως υποψήφια στατιστικά μοντέλα για καλή πρόβλεψη. Στη διπλωματική αυτή συγκρίνονται διαφορετικά παραμετρικά ημι-μαρκοβιανά μοντέλα ως προς την ικανότητα πρόβλεψης τους στη βάση κάποιων πραγματικών δεδομένων. Η εργασία αυτή επεκτείνει αποτελέσματα που παρουσιάστηκαν στη διπλωματική της Κ. Καταχάνα "Signal Processing and Statistical Analysis of the Cardiac Cycle via hidden Semi-Markov Models ". The cardiac cycle can be broken down into different phases, these are the phase of S_1 sound, Systole, S_2 sound, Diastole. So modeling this heart cycle periodicity through an Hidden Semi Markov Model gives very important information about the health status of the heart and can be used to detect abnormalities in its operation. Using electric and magnetic signals we make an effort to accurately predict the sojourn times of cardiac cycle phases suggesting also the Hidden Semi-Markov models appropriate to predict. In this thesis, different parametric Hidden Semi-Markov models are compared in their predictive ability and this is done using real data.This thesis extends the results are presented in the thesis of Konstantina Katachana "Signal Processing and Statistical Analysis of the Cardiac Cycle via hidden Semi-Markov models".

  • Open Access English
    Authors: 
    Argyriadi Ioanna;
    Country: Greece

    Σκοπός της εργασίας είναι η διερεύνηση του ρόλου που διαδραματίζει η υιοθέτηση πρακτικών εταιρικής κοινωνικής ευθύνης από τις σύγχρονες επιχειρήσεις και κυρίως, αν η υιοθέτηση αυτή συμβάλλει στην εργασιακή ικανοποίηση και οργανωσιακή δέσμευση του ανθρώπινου δυναμικού. Πραγματοποιήθηκε πρωτογενής ποσοτική έρευνα με ερωτηματολόγιο που δόθηκε προς συμπλήρωση σε στελέχη και εργαζομένους στην εταιρεία απασχόλησης της ερευνήτριας. Το ερευνητικό δείγμα αποτελείται από 54 διοικητικά στελέχη, διευθυντές, προϊσταμένους και υπαλλήλους της εταιρείας αυτής. Ακολουθήθηκε η δειγματοληψία ευκολίας και η διανομή του ερωτηματολογίου έγινε διαδικτυακά. Η στατιστική ανάλυση έγινε μέσω του SPSS. Τα ερευνητικά αποτελέσματα έδειξαν μέτρια προς ικανοποιητική εφαρμογή της εταιρικής κοινωνικής ευθύνης. Οι διαστάσεις που εφαρμόζονται σε μεγαλύτερο βαθμό ήταν η εταιρική κοινωνική ευθύνη προς το κράτος και προς τους πελάτες. Τα επίπεδα εργασιακής ικανοποίησης και οργανωσιακής δέσμευσης του ανθρώπινου δυναμικού ήταν μέτρια. Οι τέσσερις διαστάσεις της εταιρικής κοινωνικής ευθύνης (προς κοινωνικούς και μη κοινωνικούς φορείς, προς το ανθρώπινο δυναμικό, προς το κράτος και προς τους πελάτες), καθώς επίσης και η συνολική εταιρική κοινωνική ευθύνη, εμφάνισαν θετική, ισχυρή και στατιστικά σημαντική συσχέτιση με τα επίπεδα εργασιακής ικανοποίησης και οργανωσιακής δέσμευσης. The purpose of this work is to explore the role played by the adoption of corporate social responsibility practices by modern companies and especially, if this adoption contributes to job satisfaction and organizational commitment of human resources. A primary quantitative survey was conducted with a questionnaire that was given to executives and employees in the company where the researcher is working. The research sample consists of 54 executives, directors, superiors and employees of this company. Convenience sampling followed and the distribution of the questionnaire was done online. Statistical analysis was performed using SPSS. The research results showed a moderate to satisfactory implementation of corporate social responsibility. The dimensions that apply to a greater extent were the corporate social responsibility to the state and to the customers. Levels of job satisfaction and organizational commitment of human resources were moderate. The four dimensions of corporate social responsibility (to social and non-social actors, to human resources, to the state and to customers), as well as overall corporate social responsibility, showed a positive, strong and statistically significant correlation with employees’job satisfaction and their organizational commitment.

Send a message
How can we help?
We usually respond in a few hours.